Τετάρτη 20 Φεβρουαρίου 2013

100 χρόνια ελεύθερα Γιάννενα!!!


Τετάρτη, 20 Φεβρουαρίου 2013
Γραμματοσειρά:

Σπάνιες φωτογραφίες από τις μάχες του 1913 και την είσοδο του Ελληνικού στρατού στην πόλη


Πέμπτη , 21η Φεβρουαρίου 1913, μετά από 4μηνη πολιορκία και πολύνεκρες μάχες, ο Ελληνικός Στρατός μπήκε απελευθερωτής στα Γιάννενα, τερματίζοντας αιώνων τουρκική σκλαβιά. Με αφορμή την 100η επέτειο από την Απελευθέρωση της πόλης των Ιωαννίνων από τον Τουρκικό ζυγό, το
epirusgate σας παρουσιάζει σήμερα, ένα μικρό αφιέρωμα με φωτογραφίες από την κατάληψη του Μπιζανίου και την απελευθέρωση των Ιωαννίνων.Οι σπάνιες φωτογραφίες είναι από την βάση του ελληνικού γενικού στρατηγείου, στο Χάνι Εμίν Αγά,την μάχη της Μανωλιάσας,τα οχυρά του Μπιζανίου και τελος την είσοδο του Ελληνικού Στρατού στα Γιάννενα.Οι φωτογραφίες είναι των γνωστών φωτογράφων Romaides – Zeitz.O Zeitz, συνέταιρος στα 1912-1913 του σημαντικού έλληνα φωτογράφου Αριστοτέλη Ρωμαϊδη ακολουθεί το διάδοχο Κωνσταντίνο και άλλους ανώτερους και ανώτατους αξιωματικούς στη εκστρατεία της Ηπείρου και τραβά, πέρα των αναμνηστικών φωτογραφιών, και φωτογραφίες που απεικονίζουν τη φρίκη και την ένταση του πόλεμου.



















Τρίτη 19 Φεβρουαρίου 2013

Και όμως! Ελάχιστοι το γνωρίζουν!


 klepsidra

Φέτος, συμπληρώνονται 670 χρόνια από την πρωτοφανή επανάσταση των ‘Ζηλωτών’ στη Θεσσαλονίκη και την ανακήρυξη της Δημοκρατίας της Θεσσαλονίκης! Κάποιοι την χαρακτήρισαν και ως “κομμούνα της Θεσσαλονίκης”, αλλά νομίζω πως δεν είναι σωστή μιά τέτοια θεώρηση! Δεν ήταν ‘κομμούνα’. Δήμευσε τις περιουσίες των πολύ πλουσίων γιά να τις μοιράσει στους άκληρους, αλλά δεν εγκατέστεισε κάποιο κομμουνιστικού τύπου σύστημα.
του Πέτρου Δούκα
Σε κάθε περίπτωση, η επανάσταση των Ζηλωτών ήταν χωρίς ιστορικό προηγούμενο! Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή!
1342 μ.Χ.: Οι Τούρκοι έχουν ολοκληρώσει την κατάκτηση της Βιθυνίας και της Μ.Ασίας από τους Βυζαντινούς και ήδη έχουν αρχίσει τις επιδρομές στη Θράκη, ενώ ο Σέρβος Στέφανος Δουσάν συνέχιζε την επεκτατική πολιτική των προκατόχων του, κατέλαβε την Έδεσσα, και σχεδίαζε να καταλάβει και την Θεσσαλία!
Και οι δικοί μας;
Τα γνωστά! Η Αυτοκρατορία μας βούλιαζε, οι εχθροί αλώνιζαν και εμείς αλληλοεξωντονόμασταν. Εμφύλιοι πόλεμοι, ο πρώτος (1321-1328), μεταξύ του Αυτοκράτορα Ανδρόνικου Β´ Παλαιολόγου και του εγγονού του, Ανδρόνικου Γ´ (που φαίνεται να είχε και την υποστήριξη των λαϊκών στρωμάτων, υποσχόμενος μείωση της βαριάς φορολογίας), και ο δεύτερος εμφύλιος (1341-1347+), μεταξύ των υποστηρικτών του Ιωάννη Ε’ (του ανήλικου υιού του Ανδρόνικου Γ´), και του πανίσχυρου Ιωάννη Καντακουζηνού (που θεωρείτο ‘αντιβασιλέας’ και ‘σφετεριστής’ του θρόνου) και που είχε κέντρο της εξουσίας του το Διδυμότειχο.
Αυτό το χάος και οι συνεχείς πόλεμοι επέτειναν τη φτώχια και την λαϊκή δυσφορία απέναντι στους πλούσιους. Κάποιοι ‘πένητες’ είχαν φθάσει σε τέτοιο σημείο απόγνωσης και αγανάκτησης και φθόνου, που έφταναν σε σημείο να θεωρούν πως και οι Τούρκοι να καταλάμβαναν τις Βυζαντινές επαρχίες, αυτοί δεν θα είχαν τίποτα να χάσουν.
{Ποιός ανέλυσε πρώτος αυτό; Ο Κάρολος Μάρξ όταν έγραφε τον1848 μ.Χ. στο Μανιφέστο πως “οι προλετάριοι δεν έχουν να χάσουν τίποτα παρά μόνο τα δεσμά τους”; Όχι! Ο Αριστοτέλης (περί το 340 π.χ.) στην Ρητορική (1372a), όταν δίδασκε πως γίνεσαι άδικος και αρπακτικός όταν είσαι τόσο φτωχός που δεν έχεις τίποτα να χάσεις! (“αδικούσιν οίς δι’ απορίαν μηδέν έχει ό τι απωλέσει.”)  Και ο διανοούμενος Αλέξανδρος Μακρεμβολίτης το 1343 μ.Χ. έγραφε στην Κωνσταντινούπολη, πως “αν μπορούσαν οι πλούσιοι θα άρπαζαν και τον ήλιο και θα στερούσαν από τους φτωχούς την απόλαυσή του”! (“χάρις δε θεώ, ότι και τον ήλιον εί κατασχείν ηδυνήθητε, ουδέ της τούτου άν ημάς ηξιώσατε απολαύσεως.”)}
Οι αντιπαραθέσεις είχαν επεκταθεί και στις θρησκευτικές δοξασίες!
Ενωτικοί εναντίον Ανθενωτικών, αυτοί δηλαδή που πίστευαν πως μιά επανένωση της Ορθόδοξης και της Καθολικής εξουσίας (με πρωτοκαθεδρία των Καθολικών), θα έδινε ισχυρότερο κίνητρο στους δυτικούς να στηρίξουν το Βυζάντιο απέναντι στην επέλαση των Τούρκων, και σε αυτούς που πίστευαν πως κάτι τέτοιο θα ήταν προδοσία κατά της Ορθοδοξίας.
Αλλά και η αντιπαλότητα μεταξύ Ησυχαστών και Ζηλωτών.
Απ´ τη μία οι Ησυχαστές, γενικά πιό κοντά στους ευγενείς (τον Ιω. Καντακουζηνό), που πίστευαν πως με το πηγούνι κολλημένο στο στέρνο, βλέποντας τον ομφαλό και προσευχόμενοι ασταμάτητα, αυτό από μόνο του αρκούσε για να δούνε το ‘άκτιστον’ Θείον φως! Να αντικρύσουν τον ίδιο τον Θεό! Οι Ησυχαστές δεν έδειχναν να ενδιαφέρονται γιά κοινωνικές ανατροπές.
Απ´ την άλλη, οι ‘Ζηλωτές’, που εξέφραζαν το ‘δήμο’, τα ευρύτερα λαϊκά στρώματα και τους πολυπληθείς πρόσφυγες, με ηγέτη τον άρχοντα Μιχαήλ Παλαιολόγο και μετά (όταν δολοφονήθηκε ο Μιχαήλ), τον Ανδρέα Παλαιολόγο. Βάση της δύναμής τους ήταν η οργανωμένη συντεχνία των ‘Παραθαλασσίων’, δηλαδή των ναυτικών. {Ακριβώς όπως και στην αρχαία Αθήνα, οι ‘Παράλιοι’, δηλ. η τάξη των ναυτικών, ήταν πρωτοπόροι στη διεύρυνση της Δημοκρατίας!}
Το 1343, οι Ζηλωτές επαναστάτησαν, κυρίευσαν την ακρόπολη της Θεσσαλονίκης, φόνευσαν πολλούς ευγενείς και εγκατέστησαν το δικό τους ιδιότυπο καθεστώς! Δήμευσαν τις περιουσίες των πλουσίων, ίσως και της εκκλησίας (αν και είναι πιθανό, οι χωρικοί που καλλιεργούσαν κτήματα των Μονών, απλά να τα καλλιεργούσαν πλέον χωρίς να αποδίδουν νοίκι στις Μονές ή φόρο, ή και άλλοι χωρικοί να εγκαταστάθηκαν σε αυτά χωρίς να πληρώνουν κάποιο νοίκι ή τέλος), επεδίωξαν διοικητική αυτονομία (κάτι που μάλλον οδήγησε σε κάποια απομόνωση το καθεστώς), ενώ φαίνεται πως ασκούσαν κάποιου είδους δημοκρατική/συλλογική διοίκηση.
(Γράφω ‘φαίνεται’ γιατί δεν είναι σαφείς και απόλυτα αξιόπιστες οι πηγές)
Αλλά η φθορά και η παρακμή δεν άργησαν. Διώξεις αντιπάλων, απομόνωση, αυθαιρεσίες, οι ρεβανσισμοί και οι εκδικητικότητες, η κακοδιαχείριση, η πολυφωνία, οι συνεχείς πόλεμοι στην ενδοχώρα με την επακόλουθη φτώχεια, η αντίδραση των πλουσιωτέρων και της μεσαίας τάξης που εθίγετο από το κανονιστικό και διοικητικό αλαλούμ, είχαν προκαλέσει μεγάλη δυσαρέσκεια, είχαν αποδυναμώσει τους Ζηλωτές και έδωσαν την ευκαιρία, το 1349, στο νέο αυτοκρατορικό διοικητή, τον Θεόδωρο Μετοχίτη, σε σύμπραξη μάλιστα με τους ναυτικούς, τους πρώην συμμάχους των Ζηλωτών, να ανατρέψει το καθεστώς. Ακολούθησαν φυσικά, φυλακίσεις, διώξεις και εξορίες των Ζηλωτών και των συνοδοιπόρων τους!
Είναι η πρώτη φορά που στο Βυζάντιο και ίσως σε όλη την μεσαιωνική Δύση, που εγκαθιδρύθηκε τέτοιο επαναστατικό, αλλά κάπως συλλογικό και ‘δημοκρατικό’ καθεστώς. (Κάτι παραπλήσιο είχε πάει να γίνει στην Γένουα=Τζένοβα, λίγα χρόνια πιό πριν, αλλά σε πολύ μικρότερη έκταση.)
Αξίζει, οι λόγιοί μας να το μελετήσουν εκτενέστερα. Ίσως και με κάποιο διεθνές συμπόσιο στην Συμπρωτεύουσα!

Τρίτη 12 Φεβρουαρίου 2013

Νεοκλής Σαρρής: Ελληνοτουρκικες Σχέσεις την Τελευταία 35ε - sotsot36@gmail.com - Gmail

Ένα εξαιρετικό κείμενο του αείμνηστου Νεοκλή Σαρρή.
Το κείμενο του καθηγητού κ. Νεοκλή Σαρρή παραμένει επίκαιρο και αποκαλυπτικό όσο ποτέ, ειδικά τώρα που βιώνουμε ραγδαία επιδείνωση των σχεσεών μας με την Τουρκία σε όλους τους τομείς: To οικονομικό, στρατιωτικό και στρατιωτικό ισοζύγιο βαίνει σε βάρος μέρα με την ημέρα. Που όμως βρίσκονται οι απαρχές αυτής της δυσάρεστης κατάστασης που βιώνουμε σήμερα; Πώς ο Ελληνισμός αντί να παραδειγματιστεί από την κυπριακή τραγωδία σύρθηκε στην γνωστή πορεία; Πώς ο κ. Φυντανίδης, που πρωτοστατεί στην Ελληνοτουρκική φιλία, απέλυσε τον κ. Σαρρή όταν εκείνος προσπάθησε να εργαστεί γ’αυτήν; Ποιο ήταν το παρασκήνιο της δεκαετίας του ‘70 που μας έφτασε εδώ;
============================================================================================
Ιδεολογική και πολιτική διαδρομή των ελληνοτουρκικών σχέσεων την τελευταία 35ετία
Κεραυνός εν αιθρία η απόλυσή μου από την «Ελευθεροτυπία» το καλοκαίρι του 1977. Μάταια προσπάθησα να πείσω τον Σεραφείμ Φυντανίδη ότι είχα κάποιες συνεντεύξεις με σημαντικά πρόσωπα που θα παίξουν καίριο ρόλο στην προσέγγιση των δύο χωρών και πως θα έπρεπε να δημοσιευτούν. 
Μεταξύ άλλων επρόκειτο και για τα δύο ξαδέλφια, τον Αμντή Ιπεκτσή και τον Ισμαήλ Τζεμ, που έπαιξαν σημαντικό ρόλο τα επόμενο χρόνια στην πορεία που ακολούθησαν οι ελληνοτουρκικές σχέσεις. Το κωμικό είναι ότι μετά τη δολοφονία του Αμπντή η «Ε» πρωτοστάτησε στην καθιέρωση του διαβόητου «βραβείου Ιπεκτσή», ενώ αρκετά χρόνια μετά ο Ισμαήλ Τζεμ Ιπεκτσή θα γινόταν υπουργός των Εξωτερικών της Τουρκίας και ο Γιώργος Παπανδρέου θα ανακάλυπτε στο πρόσωπό του έναν καλό φίλο που θα το ρίχνανε μαζί έξω!
«Δεν παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον», μου είχε πει τότε ο Σεραφείμ, «δύο φίλοι, ένας Έλληνας και ένας Τούρκος, συζητούν για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις». Η συνάντηση με αμφότερα τα ξαδέλφια είχε διαρκέσει αρκετές ώρες - με τον Ισμαήλ Τζεμ θυμάμαι ότι επεκτάθηκα στη χούντα του 1970 (για την οποία είχε γράψει και ένα βιβλίο που θεωρείται σημαντική πηγή) και κυρίως στη διδακτορική του διατριβή στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης με αντικείμενο τον κοινωνικό εκσυγχρονισμό του Οθωμανικού κράτους και της Τουρκίας.
Προβάλλομαι ως ενεργούμενο των Tούρκων
Παρά το όχι ευχάριστο γεγονός που μου έτυχε, προώθησα μια σειρά από πρωτοβουλίες για την προσέγγιση Τούρκων και Ελλήνων στα πλαίσια ιδίως της ΔΗΚΕΠ (Δημοκρατική Κίνηση Επιστημόνων) που ήταν κλαδική της ΕΔΗΚ. Μάλιστα ο Σάκης Πεπονής, που ασκούσε και την πολιτική του κηδεμονία στην οργάνωση αυτή, στο έργο του «1961-1981: Τα γεγονότα και τα πρόσωπα» αναφέρει συγκεκριμένα τις σχετικές ενέργειές μου. Το ενδιαφέρον είναι ότι πρώτη στη σειρά των ατόμων που σκοπεύαμε να καλέσουμε ήταν η Νουρ Βεργκίν, υφηγήτρια τότε της Κοινωνιολογίας στη Σχολή Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου της Κωνσταντινούπολης, θυγατέρα (υιοθετημένη) του Νουτετίν Βεργκίν, πρεσβευτή της Τουρκίας στην Αθήνα το 1958-1960 και ενός από τους πρωτεργάτες των Συνθηκών Ζυρίχης - Λονδίνου. Θα επανέλθω στο πρόσωπο αυτό γιατί είναι χαρακτηριστικό πρόσωπο από το οποίο προκύπτουν τα ιδεολογικά χάσματα και παλινωδίες που παρατηρούνται στην Τουρκία όπου συμφύρονται άκρατος εθνικισμός, κεμαλισμός, ισλαμισμός και… μαρξισμός! Στο σημείο αυτό, προκειμένου να διαφωτίσω τα αίτια της απόλυσής μου, θα πρέπει να προτρέξω σε κάποια χρόνια μετά. Ήταν μεσημέρι και είχα περάσει από τα γραφεία της εφημερίδας. Ο Σεραφείμ την εποχή εκείνη έμενε στο Παλαιό Φάληρο, όπου έμενα κι εγώ. Έτσι μου πρότεινε να με πάρει με το αυτοκίνητό του. Καθ’ οδόν μου απεκάλυψε από πού προήλθε η απόλυσή μου. Όσο διάστημα δημοσιευόταν το ανάγνωσμα με τα παρασκήνια της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο, ο Π. Λαμπρίας έπαιρνε την εφημερίδα και ζητούσε να διακοπεί, δεδομένου ότι ήταν «εθνικά ύποπτο»! Υποψιασμένοι λοιπόν στην εφημερίδα, έβαλαν τον Δημήτρη Κουμπιά να διαβάζει προηγουμένως τα χειρόγραφά μου (γιατί μέχρι τότε πήγαιναν κατευθείαν στη στοιχειοθεσία). Και ο Κουμπιάς βέβαια δεν έβρισκε τίποτε το επιλήψιμο. Ωστόσο οι πιέσεις είχαν ενταθεί και κυρίως προς τον συνιδιοκτήτη Χρ. Σιαμαντά, ο οποίος κινούνταν απολύτως στον αστερισμό του Καραμανλισμού 
Η αγωνία των κρατούντων για τα παρασκήνια του δεύτερου «Αττίλα»
«Παρατήρησες σε ποιο σημείο διακόπτη η εξιστόρηση;» ρώτησα τον Σεραφείμ. Δεν το είχε προσέξει. «Να σου πω εγώ. Ο πρώτος ”Αττίλας” είχε περατωθεί και η αφήγηση ήταν στο ενδιάμεσο που άρχιζε η δεύτερη φάση της διάσκεψης της Γενεύης». Του θύμισα μάλιστα ότι στο μεσοδιάστημα αυτό εξιστορούσα με βάση μια άκρως αποκαλυπτική τουρκική βιβλιογραφία τα παρασκήνια των συμφωνιών Ζυρίχης - Λονδίνου, γιατί η εισβολή, όσο και αν οφείλεται στην εγκληματική ενέργεια της χούντας, προωθήθηκε σε γνωστό συμβατικό πλαίσιο, η ύπαρξη του οποίου μαρτυρούσε τον εξ αρχής φανερό στόχο της Τουρκίας (ο οποίος ήταν γνωστός στην ελληνική πλευρά). 
Όταν περίπου μετά ένα έτος δημοσιεύθηκε ο πρώτος τόμος του έργου μου, η περίφημη ΓΔΕΑ (Γενική Διεύθυνση Εθνικής Ασφάλειας) έστελνε συνεχώς ένα όργανό της στον εκδότη μου Μεμά Λογοθέτη και ζητούσε να μάθει «τι περιλαμβάνει ο δεύτερος τόμος του έργου του κ. καθηγητή για την επόμενη φάση του ”Αττίλα”». Ήταν τότε, όπως έμαθα αργότερα, που από την ίδια υπηρεσία και μέχρι το 1978 παρακολουθούνταν το τηλέφωνό μου! 
Δεν χρειάζεται και μεγάλη φαντασία προκειμένου να μαντεύσει κανείς ποιων πληροφοριών τη δημοσιοποίηση κάποιοι φοβούνταν, όπως ο διάβολος το λιβάνι. Ωστόσο μετά τόσα χρόνια θα έπρεπε να τους καθησυχάσω. Οι τουρκικές πηγές ήταν εξαιρετικά φειδωλές στο θέμα αυτό. Μάλιστα ένα βασικό βοήθημα για την πρώτη φάση ήταν το έργο του γνωστού τούρκου δημοσιογράφου Μεχμέτ Αλή Μπιράντ, ο οποίος όμως στη δεύτερη φάση της διάσκεψης της Γενεύης, εκτός από κάποιες ενδιαφέρουσες, αλήθεια, λεπτομέρειες, είχε περιοριστεί στα τηρηθέντα πρακτικά από μέρους της τουρκικής αντιπροσωπείας.
Ο Γεώργιος Μαύρος είχε την καλοσύνη να μου δώσει τον χρώματος πορτοκαλί φάκελό του που διελάμβανε τα αντίστοιχα πρακτικά τα οποία είχε τηρήσει η ελληνική αντιπροσωπεία. Προφανώς όμως αντίγραφο του φακέλου είχε παραδώσει και στον Αβέρωφ, ο οποίος με τη σειρά του τα παρέδωσε στον Σταύρο Ψυχάρη, που το περιέλαβε στις «Εβδομήντα κρίσιμες μέρες» (ένα βιβλίο που επανακυκλοφόρησε πρόσφατα από το «Βήμα»). Επειδή λοιπόν δεν ήθελα να επαναλάβω τα ίδια κείμενα, είχα στραφεί στην προϊστορία του Κυπριακού, η οποία όμως και αυτή φαίνεται να ήταν επιλήψιμη εκείνες τις μέρες της μεταπολίτευσης… 
Το θεώρημα της ΓΔΕΑ ήταν σκέτο αριστούργημα. Οι Τούρκοι με είχαν στείλει (επιλήψιμο εθνικά πρόσωπο), αφού με εφοδίασαν με ένα σωρό από απόρρητες πληροφορίες, προκειμένου να εκθέσω τον Καραμανλή και να δυναμιτίσω τη Μεταπολίτευση και κατ’ επέκτασιν την εμπέδωση της Δημοκρατίας στην Ελλάδα! Δεν ήταν η πρώτη φορά που άκουγα κάτι παρόμοιο. Άλλωστε η χώρα μας προδήλως διατηρεί το προνόμιο παγκοσμίως οι ασχολούμενοι με τα δημόσια πράγματα να είναι έτσι και αλλιώς «πράκτορες» ξένων δυνάμεων. Είναι μάλιστα τόσο διαδεδομένη η πεποίθηση ότι κάτι παρόμοιο συμβαίνει, ώστε και αυτοί έχουν εκείνους ως ομάδα αναφοράς και προσπαθούν να βρουν σχετική δικτύωση. 
Οι κατά το Φόρεϊν Όφις έλληνες «πράκτορές» του!
Η Φανούλα Αργυρού, δημοσιογράφος και ερευνήτρια, Κυπρία καταγόμενη από τη Μικρά Ασία και εγκατεστημένη στο Λονδίνο, είναι πολλά χρόνια τώρα που με βάση τις οδηγίες του Κωστή Χατζηκωστή (ιδιοκτήτη του συγκροτήματος της «Σημερινής» και πατέρα του δολοφονημένου πρόσφατα Άντη) κάθε πρωί πηγαίνει στα αρχεία του Φόρεϊν Όφις, όταν ανοίγουν σε καθημερινή βάση οι φάκελοι, και φωτοτυπεί έγγραφα που αφορούν το Κυπριακό. Επειδή όμως μετά το 1966 τα σχετικά έγγραφα είναι λιγοστά, είπε να φωτοτυπήσει έγγραφα που αναφέρονται στην περίοδο της Κατοχής. Και εξεπλάγη, γιατί όλη η πολιτική ηγεσία του τόπου που έδρασε στη μετακατοχική εποχή αναφέρεται στα βρετανικά έγγραφα με το διευκρινιστικό «our agent», δηλαδή «πράκτοράς μας».  Και η κυρία Αργυρού με ρωτούσε αν ήταν ορθός ο χαρακτηρισμός.  Το ευτράπελο είναι αλλού: είχα αναφερθεί στο θέμα σε συνάδελφό μου στο Πάντειο, καθηγητή Ιστορίας που ανήκει στην ίδια κατηγορία με την κ. Ρεπούση και την κ. Δραγώνα (και μάλιστα με πιο… προωθημένες απ’ αυτές θέσεις) και πήρα την ακόλουθη μνημειώδη απάντηση: «Μα είναι πολύ λογικό, γιατί και οι άλλοι, οι δικοί μας, ήταν και αυτοί υπερήφανοι που ήταν πράκτορες της Μόσχας!». 
Το κατηγόρημα αυτό που δέχτηκα δεν ήταν κάτι καινούργιο και έχει μια μικρή προϊστορία. Όταν τον Φεβρουάριο του 1962 κατέφθασα στην Αθήνα με σκοπό να συνεχίσω εδώ τις σπουδές μου (αφού είχα καταθέσει στον Πατριάρχη Αθηναγόρα λεπτομερειακή έκθεση, από πληροφορίες που είχα συλλέξει, στην οποία προέβλεπα τι θα επακολουθούσε για τη Ρωμιοσύνη στην Κωνσταντινούπολη και ιδιαίτερα στην Ίμβρο και την Τένεδο) ήταν επόμενο, προφανώς λόγω χαρακτήρα, να αναμιχθώ στο φοιτητικό κίνημα που μόλις τότε ξεκινούσε. Στην πρώτη μάλιστα συγκέντρωση που οργάνωσε τότε η ΔΕΣΠΑ, Μάρτιο μήνα, με τους αδιόριστους θεολόγους στο Θέατρο Ακροπόλ (από την οποία ουσιαστικά ξεκίνησε και ο αγώνας με αιτήματα το 114 -ακροτελεύτιο τότε άρθρο του Συντάγματος- και το 15% του προϋπολογισμού προίκα για την παιδεία), μίλησα και η ομιλία μου αυτή σημάδεψε τον μετέπειτα αγώνα, γιατί παραλλήλισα τον αγώνα των τούρκων φοιτητών που είχαν ανατρέψει τον Μεντερές «με όλους τους Μεντερέδες όπου γης». Έτσι καθιερώθηκε ως σύνθημα το γνωστό «κάτω οι Μεντερέδες» που δονούσε τις μετέπειτα φοιτητικές κινητοποιήσεις. Το ίδιο σχεδόν επαναλήφθηκε με «μήνυμά» μου που διάβασε ο Απόστολος Κακλαμάνης στην πρώτη συγκέντρωση των επιμέρους νεολαιών των κομμάτων που συγκρότησαν την Ένωση Κέντρου -με τις οποίες βρισκόμουν σε συνεχή επαφή τα τελευταία χρόνια- λίγες μέρες μετά, στο θέατρο «Χατζηχρήστου», στο οποίο μίλησε ο Γεώργιος Παπανδρέου με ειδική μνεία του μηνύματος.
Ποιον πολιτικό στήριζε Τουρκία το 1963
Τότε, λοιπόν, συνέβησαν κωμικοτραγικά πράγματα. Με κάλεσαν στην Ασφάλεια για «νουθεσία». Εκεί, όταν τους είπα σε άπταιστη καθαρεύουσα «ότι οικογενειακώς είμεθα Βενιζελικοί», ο ασφαλίτης μού απάντησε ότι ο Βενιζέλος είχε πεθάνει. Όταν του υπενθύμισα πως ζούσε ο γιος του ο Σοφοκλής, πήρα την ακόλουθη μνημειώδη απάντηση: «Και αυτός κομμουνιστής είναι». Το σοβαρότερο όμως υπήρξε ότι ένα μέρος από τον συμπολιτευόμενο Τύπο με ανέφερε ως «τούρκο» φοιτητή και ό,τι άλλο μπορεί κανείς να φανταστεί. Η θεωρία τότε που διαμορφώθηκε ήταν περίπου η ακόλουθη: Οι Τούρκοι με είχαν αποστείλει με σκοπό να αποσταθεροποιήσω τον Καραμανλή και να δημιουργήσω… κυβερνητική κρίση. Είναι αυτόχρημα κωμικό, αλλά συνέβαινε ακριβώς το αντίθετο. Πρώτα απ’ όλα δυσαρεστήθηκε ο Πατριάρχης και με την καλοκαγαθία που τον χαρακτήριζε συνέστησε στον πατέρα μου να μην καταφέρομαι κατά του Καραμανλή και της κυβερνήσεώς του. Το σημαντικότερο όμως ήταν ότι εκλήθη επειγόντως η μητέρα μου στην έδρα του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού κόμματος και το προβεβλημένο στέλεχος Ορχάν Μπριγκίτ τής συνέστησε να μου διαμηνύσει πως δεν έπρεπε να καταφέρομαι κατά του Καραμανλή και να συντάσσομαι με την αντιπολίτευση γιατί βλάπτω τα συμφέροντα της Τουρκίας! Σχετικά ο Φεριντούν Τζεμάλ Ερκίν, πολύ γνωστός τούρκος διπλωμάτης, ως υπουργός των Εξωτερικών στην κυβέρνηση συνασπισμού του Ίνονου, το 1963, διηγείται πως μεταβαίνοντας για υπηρεσιακούς λόγους στο Παρίσι, το αεροπλάνο που τον μετέφερε έκανε στάση στην Αθήνα, όπου έκπληκτος είδε στους επιβιβαζόμενους και τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Πήγε κοντά του και τον χαιρέτησε: «Πώς έτσι κ. πρωθυπουργέ;» Και ο Καραμανλής του απάντησε: «Δεν είμαι πλέον πρωθυπουργός και αναχωρώ για μόνιμη διαμονή στο Παρίσι». Ο Ερκίν μάς πληροφορεί ότι λυπήθηκε σφόδρα: «Τι λέτε, όσο ήσασταν εσείς δεν υπήρχε πρόβλημα, τώρα με τους άλλους έρχεται καταστροφή». 
Είναι εθνικό άθλημα των Ελλήνων κι έτσι πρέπει να αντιμετωπίζονται: Τα κατηγορήματα που προσάπτονται σε άτομα συνήθως όχι μόνο δεν έχουν σχέση προς την πραγματικότητα, αλλά τα ίδια μπορεί να προέρχονται από άτομα εκ διαμέτρου ιδεολογικού και πολιτικού στίγματος. Να σημειώσω ότι παράλληλα προς τα όσα μου έσερναν ως «φιλότουρκο», «Τούρκο» και όλα τα συναφή, οι ίδιοι κύκλοι διέδιδαν ότι «κομμουνίζω» (sic), ότι είμαι επικίνδυνος αριστερός και τα συναφή. Αυτό μου έλεγε αργότερα ο κορυφαίος δημοσιογράφος Κώστας Τριανταφυλλίδης, που είχε χρηματίσει πολιτικός σύμβουλος του Ζέρβα, με τον οποίο είχα την τύχη να συνεργαστώ κατά την επταετία στα πλαίσια μιας μεγάλης εγκυκλοπαιδείας μαζί με έξοχες προσωπικότητες των γραμμάτων και των επιστημών, αντίθετους στο δικτατορικό καθεστώς της εποχής (ο Τριανταφυλλίδης ήταν προσωπικός φίλος του Καραμανλή, άλλωστε με το όνομά του ο τελευταίος ταξίδεψε για το Παρίσι, ο οποίος μετά τη Μεταπολίτευση παρέμεινε στο περιθώριο εξομολογούμενος σε φίλους «ότι γνώριζε με ποιες δεσμεύσεις ήλθε ο Καραμανλής, υπονοώντας ότι είχε αποδεχτεί να μην αντιδράσει στον ”Αττίλα”»). 
Ποιοι έλεγαν ποιους «κομμουνιστές»
Οι χαρακτηρισμοί που δίδονται, οποιοισδήποτε κι αν είναι αυτοί, συνήθως δεν ανταποκρίνονται στην αλήθεια. Θα αναφέρω ένα μικρό περιστατικό που δεν αφορά εμένα, αλλά δύο γνωστούς δημοσιογράφους της τότε εποχής. Τον Λουκή Ακρίτα και τον Δημήτρη Πουρνάρα. Θα ήταν τέλη του 1963 που συζητούσα με τον Λουκή Ακρίτα, που ήταν ενήμερος, παρόντος και ενός φίλου μου Ελληνοαμερικανού, στα επί της οδού Κολοκοτρώνη γραφεία της Ένωσης Κέντρου, για την προσπάθεια σπίλωσής μου. Σε μια στιγμή του λέγω «και να φανταστεί κανείς ότι είμαι ο Κ. Βοσπορίτης που κάθε εβδομάδα ο ”Ελεύθερος” του Δ. Πουρνάρα δημοσιεύει τα κείμενά του, τα οποία μιλούν από μόνα τους». Έμεινα εμβρόντητος από την απάντηση του Λουκή: «Κακώς τα δημοσιεύεις εκεί, γιατί ο Πουρνάρας είναι κομμουνιστής»! 
Ο Δημήτρης Πουρνάρας ήταν ένας πολύ μεγάλος δημοσιογράφος, για χρόνια διηύθυνε τον «Ελεύθερο Άνθρωπο», το «Βήμα» και άλλες εφημερίδες και είχε διατελέσει γενικός διευθυντής του ΕΙΡ (της μητέρας της σημερινής ΕΡΤ). Προσωπικός φίλος του Σοφοκλή Βενιζέλου, όταν το 1951 του τηλεφώνησαν από τη Μουρούζη ότι κάποιος λοχαγός είχε έλθει να «παραλάβει» τη ραδιοφωνία, ειδοποίησε τον Σοφοκλή, ο οποίος έστειλε Κρητικούς που κατοικοέδρευαν στα υπόγεια της πολυκατοικίας όπου έμενε, ακριβώς απέναντι, στη Νεοφύτου Βάμβα, και «μπαγλάρωσαν» τον επίδοξο πραξικοπηματία, που δεν ήταν άλλος από τον Δημήτριο Ιωαννίδη (ας σημειωθεί ότι οι πραξικοπηματίες τότε είχαν αμνηστευθεί για να ξανακτυπήσουν το 1967). Όταν ο Παπάγος ζήτησε από τον Σοφοκλή έναν ικανό δημοσιογράφο προκειμένου να κατευθύνει την ενημέρωση για το Κυπριακό, εκείνος του συνέστησε τον Πουρνάρα (με βοηθό τον Δημήτρη Νιάνια). Η πρώτη ενέργεια του Κ. Καραμανλή όταν έγινε πρωθυπουργός ήταν, σύμφωνα με τις ανειλημμένες υποχρεώσεις του, να διακόψει τις εκπομπές προς την Κύπρο και κυρίως το καθημερινό σχόλιο του Πουρνάρα ο οποίος απεχώρησε και κυκλοφόρησε έναν ογκώδη τόμο, που τον τιτλοφόρησε «Κατηγορώ», στον οποίο απεκάλυπτε την τεκταινόμενη τότε «προδοσία» στο Κυπριακό και παράλληλα άρχισε να εκδίδει εβδομαδιαία τον «Ελεύθερο» (ο οποίος στο εκδοτικό και πολιτικό τοπίο λειτουργούσε περίπου όπως σήμερα λειτουργεί «Το Παρόν»).
Πώς έγινα ο Κ. Βοσπορίτης
Στον Πουρνάρα με είχε συστήσει μια μεγάλη μορφή των γραμμάτων μας που ίσως θυμούνται ο αρχαιότεροι, ο Μάριος Βαϊάνος, διευθυντής του περιλάλητου «Πρακτορείου Πνευματικής Συνεργασίας». To ψευδώνυμο Κ. Βοσπορίτης μού το έδωσαν ο Πουρνάρας και ο Στέφανος Παπαδόπουλος, μια έξοχη και ξεχασμένη μορφή στην ιστορία του αριστερού κινήματος, που η δραστηριότητά του μαζί με τον Γιαννιό εκτείνεται στην περίοδο πριν από την Οκτωβριανή Επανάσταση. (Αμφότεροι είχαν συγκρουστεί με το ΣΕΚΕ και τον Μπεναρόγια, τον οποίο και κατηγορούσαν ότι προήγαγε ιουδαϊκό σοσιαλισμό.) Ο Παπαδόπουλος ήταν φίλος του πατέρα μου και δικός μου, από τους πρώτους απελαθέντες από την Κωνσταντινούπολη το 1957 (όπου τις τελευταίες δεκαετίες ήταν συντάκτης της πολίτικης εφημερίδας «Απογευματινή»). Ο Δημήτριος Λαμπράκης, του οποίου ήταν φίλος και γνωριζόντουσαν από το Μακεδονικό Αγώνα, τον είχε περιθάλψει και τον είχε προσλάβει τιμητικά στο «Βήμα». Το ψευδώνυμο του Κ. Βοσπορίτη αντιστοιχούσε σε γνωστό συμπατριώτη μου δημοσιογράφο, που είχε κάνει θραύση με τα άρθρα του κατά τον Μεσοπόλεμο. (Όταν μετά τη Μεταπολίτευση δημοσίευα τις συνεργασίες μου στην «Αυγή» με το ίδιο ψευδώνυμο, ήλθε να με βρει στο σπίτι μου στο Φάληρο ένας υπέργηρος, ο οποίος δεν πίστευε στα μάτια του, δεδομένου ότι πίστευε ότι ο Βοσπορίτης θα ήταν αιωνόβιος και βάλε).
Τα άρθρα και οι «ανταποκρίσεις μου από την Τουρκία» έκαναν θραύση, γιατί απεκάλυπταν πτυχές άγνωστες όσο και απολύτως ακριβείς των γεγονότων που είχαν σχέση ιδιαίτερα με τα ελληνοτουρκικά. Μάλιστα από το περιβάλλον του Ανδρέα Παπανδρέου με είχαν πληροφορήσει τότε ότι ο Στ. Κωστόπουλος (ως υπουργός Εξωτερικών) τότε είχε βάλει λυτούς και δεμένους να με ανακαλύψουν.
Όταν λοιπόν μετέφερα στον Πουρνάρα τον χαρακτηρισμό που του είχε δώσει ο Ακρίτας, εξεμάνη και μπροστά μου αναζήτησε τον Γεώργιο Παπανδρέου για να διαμαρτυρηθεί. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο Πουρνάρας, που ήταν ένας σοβαρός ιστορικός συγγραφέας (είναι γνωστές οι βιογραφίες που έγραψε του Ελ. Βενιζέλου και του Χ. Τρικούπη), υπήρξε και αγροτιστής και ανήκε μέχρι το 1966 στην ηγετική ομάδα του Αγροτικού Κόμματος (το οποίο είχε συνεργαστεί εκλογικά με την ΕΔΑ) και είχε μια περιπέτεια κυρίως από δικό μου κείμενο. Στο τελευταίο πριν από την 21η Απριλίου 1967 φύλλο του «Ελεύθερου» (μετά η εφημερίδα, όπως ήταν επόμενο, διέκοψε την έκδοσή της) δημοσίευσα «ανταπόκριση» από την Τουρκία και απεκάλυπτα την ταυτότητα των επιδόξων πραξικοπηματιών. Μέχρι τότε όλα, ανεξαιρέτως όλα, τα δημοσιεύματα ήθελαν τη χούντα να προέρχεται από τις τάξεις των στρατηγών και να έχει φιλοβασιλικό χαρακτήρα. Αξιοποιώντας δύο εκ διαμέτρου άσχετες μεταξύ τους πηγές ισχυριζόμουν ότι οι πραξικοπηματίες ήταν συνταγματάρχες, δεξιοί και όχι βασιλικοί. Το αποτέλεσμα του δημοσιεύματος ήταν να συλληφθεί τη νύχτα του πραξικοπήματος μαζί με τους επώνυμους από κλιμάκιο της ΚΥΠ (οι χιλιάδες συλλήψεις έγιναν από την Ασφάλεια από ειδικούς καταλόγους) και να εγκλειστεί στο ίδιο δωμάτιο με τον Γεώργιο Παπανδρέου με αποτέλεσμα να γράψει το πολύ ενδιαφέρον βιβλίο του «Στη φυλακή ο Γεώργιος Παπανδρέου, εκμυστηρεύεται και κατηγορεί», εννοώντας τον Ανδρέα Παπανδρέου. 
Οι εκλογές του 1977
Τα όσα εξιστόρησα μέχρι εδώ αποτελούν το προοίμιο για μια απροσδόκητη εξέλιξη τρία χρόνια αργότερα, το 1979, όταν γινόμουνα κατά τον πιο επίσημο τρόπο αποδέκτης κυβερνητικής πρότασης για μια μονιμότερη αποστολή μου στην Τουρκία με αυξημένες αρμοδιότητες και με παχυλότατες αποδοχές. Στο μεταξύ είχαν προκηρυχθεί βουλευτικές εκλογές για τις 20 Νοεμβρίου 1977. Ενώ οι κομματικές οργανώσεις της ΕΔΗΚ με είχαν προτείνει για τελευταίο στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας, ο Γεώργιος Μαύρος, βρίσκοντάς με πολύ νέο (ήμουν μόλις… 37 ετών!), με πρότεινε να κατέβω υποψήφιος στη Β΄ Περιφέρεια της Αθήνας (με προφανή στόχο να ενισχύσω την υποψηφιότητα του αδελφού του Φίλιππου). Τον ευχαρίστησα και προτίμησα να απόσχω από την εκλογική διαδικασία, μια και το αποτέλεσμα ήταν ορατό. Πάντως μου έκανε εντύπωση ότι στις συναντήσεις μας μου εμπιστευόταν άγνωστες πτυχές της πολιτικής του σταδιοδρομίας και κυρίως σε σχέση με την περίοδο της διαδοχής του Παπάγου από τον Καραμανλή και τις προτάσεις που του είχαν γίνει για να ορκιστεί αντιπρόεδρος στην κυβέρνηση. Ένα μεγάλο μέρος των εξιστορήσεων αυτών φαίνεται πως ο Γ. Μαύρος το είχε αναφέρει επίσης στον Σ. Λιναρδάτο, που το περιέλαβε στο έργο του «Από τον Εμφύλιο στη Χούντα». Πέραν αυτού, τον Γ. Μαύρο απασχολούσε η δυνατότητα συνεννόησης με την Τουρκία και με ρωτούσε επίμονα αν θα υπήρχε στο άμεσο μέλλον κυβέρνηση στην Άγκυρα που θα έστεργε σε μια προσέγγιση με όρους κοινής λογικής. Ατυχώς οι συγκυρίες δεν ήταν οι κατάλληλες και στα επόμενα χρόνια θα γίνονταν χειρότερες. 
Μη συμμετέχοντας στις εκλογές, προτίμησα να πάγω απλός δικαστικός αντιπρόσωπος στη Θεσσαλονίκη. Την επομένη των εκλογών παρέδωσα τον σάκο μου στο Εφετείο και επέστρεψα στην Αθήνα. Μόλις έφθασα στο σπίτι, με αναζήτησαν ο Ανδρέας Καλλιγάς, που ήταν στενός συνεργάτης του προέδρου, και η ιδιαιτέρα του προέδρου Γεωργία Δρακοπούλου, που μου είπαν ότι έπρεπε να έρθω επειγόντως στα γραφεία του κόμματος στην Πανεπιστημίου, γιατί ο Γεώργιος Μαύρος θα ανακοίνωνε στους συνεργάτες του κάτι τι πολύ σημαντικό. 
Πράγματι προσήλθα στη συγκέντρωση λίγων σχετικά και έμπιστων στελεχών με βαριά καρδιά. Βέβαια, με τα σημερινά δεδομένα, τα ποσοστά που είχε εξασφαλίσει η ΕΔΗΚ κάθε άλλο παρά ευκαταφρόνητα ήταν (σχεδόν 12%). Το καλπονοθευτικό όμως σύστημα είχε κάνει το θαύμα του, είχαμε εκλέξει μόλις 16 βουλευτές, ενώ το ΠΑΣΟΚ με διπλάσιες από μας ψήφους… 93. Και εκεί ακούσαμε από τα χείλη του προέδρου ότι δεν πρέπει να απελπιζόμαστε γιατί είμαστε κυβέρνηση. Όλοι κοιταχτήκαμε με απορία. Τι να είχε συμβεί ή τι είχε μεσολαβήσει; 
* Ο καθηγητής Νεοκλής Σαρρής είναι πρόεδρος της ΕΔΗΚ.

Παρασκευή 8 Φεβρουαρίου 2013

Ο κανονιοβολισμός της Θεσσαλονίκης


Σάββατο, 9 Φεβρουαρίου 2013

Κίνηση εντυπωσιασμού και προπαγάνδας του «Δημοκρατικού Στρατού» (ΔΣΕ), που κατέληξε σε τραγωδία για τους επιτιθέμενους. Συνέβη τη νύχτα της 9ης προς τη 10η Φεβρουαρίου 1948, σε μια περίοδο του Εμφυλίου Πολέμου που το αντάρτικο κίνημα βρισκόταν σε ιδιαίτερη έξαρση και ο «Εθνικός Στρατός» σε φάση...
ανασυγκρότησης, καθώς οι Άγγλοι είχαν αποχωρήσει από την Ελλάδα και οι Αμερικανοί αναμένονταν από μέρα σε μέρα.

Η κατάληψη της Θεσσαλονίκης ήταν ένα παλιό όνειρο των ανταρτών και στρατηγικής σημασίας κίνηση. Είχε προβλεφθεί στο σχέδιο «Λίμνες», αλλά εγκαταλείφθηκε, εξαιτίας του ανεπαρκούς έμψυχου και άψυχου υλικού, που διέθετε ο ΔΣΕ. Ο κανονιοβολισμός της Θεσσαλονίκης αποφασίστηκε ως κίνηση εντυπωσιασμού για εσωτερική και διεθνή κατανάλωση, σε σύσκεψη στρατιωτικών και πολιτικών αρχηγών του ΔΣΕ στο χωριό Πύλη Πρεσπών, διαφωνούντος του Μάρκου Βαφειάδη. Ο νέος διοικητής των δυνάμεων του ΔΣΕ στην Κεντρική Μακεδονία, Νίκος Τριανταφύλλου, διατάχθηκε να διεισδύσει στην περιοχή της Θεσσαλονίκης με τμήματα του ΔΣΕ και να πλήξει με πυροβόλα την πόλη.

Τις πρώτες βραδυνές ώρες της 9ης Φεβρουαρίου, μια δύναμη ανταρτών ακαθορίστου συνθέσεως (από 200 έως 1000 άνδρες) προερχόμενη από το ορμητήριό της στα Κρούσια Όρη, έφθασε σε απόσταση 8 χιλιομέτρων βορείως της Θεσσαλονίκης, χωρίς να γίνει αντιληπτή. Από την τοποθεσία Δερβένι - Λεμπέτ έστησε ένα γερμανικό ορειβατικό πυροβόλο των 75 και άρχισε να βάλει κατά της συμπρωτεύουσας.

Οι κάτοικοι των ανατολικών συνοικιών ξύπνησαν έντρομοι από τις αλλεπάλληλες εκρήξεις. Υπολογίζεται ότι μέσα στη μία ώρα που διάρκεσε ο κανονιοβολισμός (2:30 - 3:30 π.μ. της 10ης Φεβρουαρίου) έπεσαν πάνω από 40 οβίδες, κυρίως σε αποθήκες και στρατώνες, αλλά και στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, στην Πλατεία Αριστοτέλους και την Τσιμισκή. Έξι άμαχοι έχασαν τη ζωή τους και επτά τραυματίστηκαν.

Οι στρατιωτικές αρχές της πόλης καταλήφθηκαν εξ απήνης. Σε ανακοίνωσή του το Γ' Σώμα Στρατού έκανε λόγο για «ολίγα βλήματα όλμου», αλλά αμέσως σχεδόν διαπιστώθηκε ότι ήταν οβίδες. Οι φήμες οργίαζαν ότι οι αντάρτες ετοιμάζονταν να καταλάβουν τη συμπρωτεύουσα. Πλήθος ξένων ανταποκριτών έσπευσαν στη Θεσσαλονίκη για να καλύψουν το εντυπωσιακό γεγονός.

Η πολιτική εξουσία στην Αθήνα θορυβήθηκε. Την ίδια μέρα βουλευτές ζήτησαν να συζητηθεί ο βομβαρδισμός προ ημερησίας διατάξεως. Ένας βουλευτής επέκρινε την κυβέρνηση Σοφούλη, λέγοντας ότι «το πυροβόλο δεν είναι αυτόματο για να κρυφτεί στη χλαίνη ενός αντάρτη». Ο σάλος ήταν τέτοιος, που ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος παρεμβαίνοντας ζήτησε να σταματήσουν οι κραυγές, που δίνουν την εντύπωση «εθνικής ασυναρτησίας».

Στη Θεσσαλονίκη, παρά τον αρχικό αιφνιδιασμό του, το Γ' Σώμα Στρατού ενήργησε κεραυνοβόλα. Με το πρώτο φως της ημέρας η πολεμική αεροπορία εντόπισε τις θέσεις των ανταρτών. Ο στρατός και η χωροφυλακή εξαπέλυσαν ένα πρωτοφανές ανθρωποκυνηγητό για να μην προλάβουν να επιστρέψουν στις θέσεις τους. Οι αντάρτες αιφνιδιάστηκαν και υποχώρησαν ατάκτως. Στην προσπάθειά τους να διαβούν τη λίμνη του Αγίου Βασιλείου, πολλοί πνίγηκαν. Η επιχείρηση κόστισε στους επιτιθέμενους 100 νεκρούς, ενώ πάνω από 100 αιχμαλωτίστηκαν.

Οι συλληφθέντες οδηγήθηκαν σε πομπή στις φυλακές (12 Φεβρουαρίου), εν μέσω αποδοκιμασιών και προπηλακισμών από τους «εθνικόφρονες». Στις 27 Φεβρουαρίου 1948, 111 αντάρτες δικάσθηκαν από Στρατοδικείο Θεσσαλονίκης. 52 καταδικάσθηκαν σε θάνατο, 15 σε βαριές ποινές και 44 αθωώθηκαν.

Την ίδια μέρα με την επίθεση των ανταρτών στη Θεσσαλονίκη, η Μόσχα ξεκαθάριζε το μάταιο του αγώνα των ελλήνων κομμουνιστών. Με τη φράση «Σβαρνούτ» («Να τα μαζέψουν»), ο Στάλιν τόνιζε εμφαντικά σε αντιπροσωπεία γιουγκοσλάβων κομμουνιστών στη Μόσχα ότι το ελληνικό αντάρτικο, όχι μόνο δεν πρόκειται να λάβει βοήθεια, αλλά θα πρέπει να εγκαταλείψει τον αγώνα του.

Πηγή: sansimera.gr

Τετάρτη 6 Φεβρουαρίου 2013

Τα παιδιά του Lidice επέστρεψαν σπίτι τους


Ιαν 20 2013

Lidice-paidia-dinfo-1
Στις 2 Ιουλίου του 1942, τα περισσότερα από τα παιδιά του Lidice, ενός μικρού χωριού της τότε Τσεχοσλοβακίας, παραδόθηκαν στο τοπικό γραφείο της Γκεστάπο. Τα 82 παιδιά στη συνέχεια μεταφέρθηκαν σε στρατόπεδο εξόντωσης στο Chełmno, 70 χιλιόμετρα μακριά, όπου δολοφονήθηκαν με δηλητηριώδη αέρια. Το γλυπτό της Marie Uchytilová αποτελεί φόρο τιμής σε αυτά τα παιδιά.
lidice
Lidice children scultpure massacre 7Τα γεγονότα που οδήγησαν τα παιδιά του Lidice στον θάνατο ήταν αρκετά περίπλοκα. Καθοριστικό ρόλο πάντως για να παρθεί η απόφαση της δολοφονίας τους ήταν ο θάνατος του Reinhard Heydrich, διοικητή του ναζιστικού προτεκτοράτου της Βοημίας και της Μοραβίας.
Η Τσεχοσλοβακία καταλήφθηκε από τη ναζιστική Γερμανία τον Απρίλιο του 1939 και η διοίκηση του Heydrich που ακολούθησε χαρακτηρίστηκε από καταπίεση, βασανισμούς και δολοφονίες. Στα τέλη Μαΐου του 1942 ομάδα στρατιωτών αποτελούμενη από Τσέχους και Σλοβάκους κατάφερε ένα μεγάλο χτύπημα στους Γερμανούς. Τον ισχυρό τραυματισμό του Heydrich.
Μια εβδομάδα αργότερα στις 4 Ιουνίου του 1942, ο Heydrich πέθανε από σηψαιμία.  Ολόκληρη η χώρα πίστευε ότι γνώριζε τι θα επακολουθήσει. Κανένας όμως δεν μπορούσε να προβλέψει την φρίκη που τους ετοίμαζαν οι κατακτητές.
Η αρχή έγινε με ολική απαγόρευση κυκλοφορίας στην Πράγα. Μια τεράστια επιχείρηση αναζήτησης των δραστών ακολούθησε χωρίς όμως αποτέλεσμα. Την εβδομάδα μεταξύ τον τραυματισμό και τον θάνατο του Heydrich 157 άνθρωποι είχαν ήδη εκτελεστεί με συνοπτικές διαδικασίες. Τα χειρότερα όμως δεν είχαν έρθει ακόμη…
Lidice-paidia-dinfo-2
Μετά την κηδεία του Heydrich στο Βερολίνο, ο Αδόλφος Χίτλερ, διέταξε τι θα έπρεπε να γίνει στα χωριά που έκρυβαν τους υπεύθυνους.  Όλοι οι ενήλικες άνδρες να εκτελούνται και τα γυναικόπαιδα να μεταφέρονται σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Τα παιδιά που είχαν χαρακτήρα και χαρακτηριστικά «Αρείου» να υιοθετούνται από Γερμανικές οικογένειες SS για να γίνουν καλοί Ναζί. Τα υπόλοιπα να ανατραφούν με «άλλους τρόπους». Τέλος, τα χωριά να εξαφανιστούν από τους χάρτες, τίποτα να μην μείνει που να δηλώνει ότι κάποτε υπήρξαν.
Οι εντολές του άρχισαν να εφαρμόζονται αμέσως. Στο χωριό Lidice, που παρά την απουσία αποδείξεων ότι είχαν βρει εκεί καταφύγιο οι στρατιώτες που ήταν υπεύθυνοι για τη δολοφονία του Heydrich, έγινε η αρχή. Όλοι οι άνδρες μεταφέρθηκαν σε ένα αγρόκτημα στην άκρη του χωριού και εκτελέστηκαν, πρώτα σε ομάδες των πέντε. Όταν ο ηθικός αυτουργός αυτού του τρόμου, Horst Böhme, παραπονέθηκε ότι θα του έπαιρνε πάρα πολύ καιρό για να τους εκτελέσει όλους οι ομάδες έγιναν των δέκα. Μέχρι το απόγευμα της ίδιας μέρας, 173 άνδρες είχαν εκτελεστεί.
Lidice-paidia-dinfo-3203γυναίκες και 105 παιδιά συγκεντρώθηκαν στο σχολείο του χωριού. Από εκεί οδηγήθηκαν σε άλλο σχολείο στην κοντινή πόλη Kladno. Τέσσερις από τις γυναίκες ήταν έγκυες. Οι έγκυες μεταφέρθηκαν στο ίδιο νοσοκομείο όπου εξέπνευσε ο Heydrich, για να τους αφαιρεθούν με βίαιο τρόπο τα βρέφη. Οι περισσότερες από τις υπόλοιπες γυναίκες οδηγήθηκαν στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Ravensbrück όπου έχασαν τη ζωή τους από μια σειρά από ασθένειες.
Τα παιδιά στην αρχή μεταφέρθηκαν σε ένα εγκαταλελειμμένο εργοστάσιο στο Łódź όπου Γερμανοί Αξιωματούχοι έκαναν τον διαχωρισμό ανάλογα με τα χαρακτηριστικά τους. Όσα δεν είχαν τα χαρακτηριστικά που απαιτούνταν, παρά τις αρχικές διαφωνίες, αποφασίστηκε από τον Adolf Eichmannνα θανατωθούν.
Lidice-paidia-dinfo-4Εβδομήντα σχεδόν χρόνια πριν, στις 2 Ιουλίου, τα 82 παιδιά παραδόθηκαν στην Γκεστάπο. Από εκεί μεταφέρθηκαν στο στρατόπεδο εξόντωσης Chelmno όπου δηλητηριάστηκαν με αέρια. Από τα 105 παιδιά του Lidice, μόνο τα 17 παιδιά επέστρεψαν κάποια στιγμή στο χωριό τους.
Lidice-paidia-dinfo-6
Κανείς δεν θα μάθει ποτέ αν κάποιο από τα 82 παιδιά έκλαιγε λίγο πριν χάσει την ζωή του, μακριά από το σπίτι, την μητέρα του και τον πατέρα του. Ωστόσο, έστω και με αυτόν τον τρόπο, τα αθώα παιδιά που έχασαν την ζωή τους εκείνη την ημέρα επέστρεψαν και θα κατοικούν για πάντα στο Lidice. Τα 82 χάλκινα αγάλματα, 40 αγόρια και 42 κορίτσια, θα στέκονται εκεί ως αιώνια υπενθύμιση της σφαγής. Τα παιδιά του Lidice βρίσκονται επιτέλους στο σπίτι τους.
Lidice-paidia-dinfo-7
Lidice-paidia-dinfo-8
Lidice-paidia-dinfo-15
  Πηγήdinfo.gr , kuriosita

Κυριακή 3 Φεβρουαρίου 2013

Ποιοι καταστρέφουν την ιστορία των χωρών;


 

Ποιοί έχουν συμφέρον να επιδιώκουν την καταστροφή και «απεθνικοποίηση» των αρχαίων μνημείων του πλανήτη;
“H ταυτότητα μιας χώρας, η αξία και ο πολιτισμός της εδράζονται στην ιστορία της. Αν ο πολιτισμός μιας χώρας λεηλατηθεί, όπως συνέβη με τον δικό μας, η ιστορία της τελειώνει”. — Ra’id Abdul Ridhar Mohammed, Ιρακινός αρχαιολόγος, τις ημέρες που όλη η ανθρωπότητα παρακολουθούσε τη λεηλασία του Μουσείου του Ιράκ, η οποία υποκινήθηκε από την εισβολή των στρατευμάτων των ΗΠΑ.
Σύμφωνα με αρκετά δημοσιεύματα στα αραβικά μέσα ενημέρωσης, εξέχοντες μουσουλμάνοι κληρικοί έχουν αρχίσει να ζητούν την κατεδάφιση των Πυραμίδων της Αιγύπτου, οι οποίες, σύμφωνα με τα λόγια του Σαουδάραβα Σεΐχη Ali bin Said al-Rabi’i, αποτελούν «σύμβολα παγανισμού», τα οποία το αιγυπτιακό κόμμα των σαλαφιστών έχει εδώ και καιρό σχεδιάσει να καλύψει με κερί.
Πιο πρόσφατα, ο επονομαζόμενος “Σεΐχης των σουνιτών σεΐχηδων» του Μπαχρέιν και πρόεδρος του κόμματος της Εθνικής Ενότητας, Abd al-Latif al-Mahmoud, κάλεσε τον νέο πρόεδρο της Αιγύπτου, Muhammad Morsi, «να καταστρέψει τις Πυραμίδες και να επιτύχει ό, τι δεν κατόρθωσε οSahabi Amr bin al-As”.
Με το τελευταίο αυτό όνομα, Amr bin al-As, είναι γνωστός ο έμπιστος φίλος του Προφήτη Μωάμεθ, με τα αραβικά φύλα του, ο οποίος εισέβαλε και κατέκτησε την Αίγυπτο περίπου το 641 μ.Χ. Τηρώντας τις οδηγίες του al-As, καθώς και του μετέπειτα ισχύοντος μουσουλμανικού κανόνα, πολλές αιγυπτιακές αρχαιότητες καταστράφηκαν ως απομεινάρια «απιστίας» στον Θεό.
Ενώ οι περισσότεροι ακαδημαϊκοί της Δύσης υποστηρίζουν ότι αυτό το τελευταίο δεν ισχύει, σύμφωνα με τους πρώτους μουσουλμάνους συγγραφείς, ακόμη και η μεγάλη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας, η οποία θεωρήθηκε αποθετήριο παγανιστικών γνώσεων που έρχονται σε αντίθεση με το Κοράνι, καταστράφηκε επί βασιλείας του Βin al-As και σε συμμόρφωση με την εντολή του χαλίφη Οmar.
Ωστόσο, ενώ το μαζικό κάψιμο βιβλίων ήταν μια εύκολη δραστηριότητα τον 7ο αιώνα, δεν ίσχυε κάτι τέτοιο για τις γιγαντιαίων διαστάσεων πυραμίδες και τη γειτονική Σφίγγα, παρά το γεγονός ότι οι βασιλείς της δυναστείας των Μαμελούκων της Αιγύπτου «έκοψαν» τη μύτη της τελευταίας κατά τη διάρκεια ασκήσεων σκοποβολής, και ας εξακολουθεί να υπάρχει σήμερα ο δημοφιλής μύθος που αποδίδει την καταστροφή αυτή σε ένα Δυτικό, τον Ναπολέοντα.
Σήμερα, όμως, όπως παρατηρεί ο “Σεΐχης των σουνιτών σεΐχηδων» του Μπαχρέιν, και χάρη στη σύγχρονη τεχνολογία, η καταστροφή των Πυραμίδων είναι εφικτή. Το μόνο ερώτημα που απομένει είναι εάν ο πρόεδρος της Αιγύπτου και μέλος της Μουσουλμανικής Αδελφότητας είναι αρκετά “ευσεβής” και αν είναι πρόθυμος να ολοκληρώσει τη διαδικασία εξισλαμισμού που ξεκίνησε στα χέρια του πρώτου μουσουλμάνου κατακτητή της Αιγύπτου.
Μια τέτοια πορεία δράσης δεν είναι καθόλου αβάσιμη. Η ιστορία είναι γεμάτη με παραδείγματα μουσουλμάνων που καταστρέφουν την ίδια την προ-ισλαμική κληρονομιά τους, ξεκινώντας με τον ίδιο τον προφήτη του Ισλάμ, Μωάμεθ, ο οποίος κατέστρεψε τον ναό Ka’ba της Αραβίας, μετατρέποντάς τον σε τζαμί.
Αναζητώντας απάντηση στο ερώτημα “Ποιό είναι το ιδιαίτερο εκείνο στοιχείο του Ισλάμ, που τόσο συχνά στρέφει τους οπαδούς του κατά της ίδιας της πολιτιστικής τους κληρονομιάς;” ο Daniel Pipesπαραθέτει πολλά παραδείγματα, από τους μουσουλμάνους της μεσαιωνικής εποχής στην Ινδία, που κατέστρεφαν τους ναούς των προγόνων τους, μέχρι τους σύγχρονους μουσουλμάνους, που επιδιώκουν την καταστροφή της μη ισλαμικής κληρονομιάς τους στην Αίγυπτο, το Ιράκ, το Ισραήλ, τη Μαλαισία και την Τυνησία.
Σήμερα, στο όνομα αυτού που το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο περιγράφει ως «πιθανό έγκλημα πολέμου» και με την οικονομική στήριξη από την Ουάσιγκτον, φανατικοί ισλαμιστές καταστρέφουν την αρχαία κληρονομιά της πόλης του Τιμπουκτού στο Μάλι, ενώ τριγύρω ακούγεται η θριαμβευτική κραυγή πολέμου του Ισλάμ, “Αλλάχ Άκμπαρ!”
Ένα μεγάλο μέρος αυτού του μίσους για την ίδια την προ-ισλαμική κληρονομιά τους συνδέεται με το γεγονός ότι, παραδοσιακά, οι μουσουλμάνοι δεν μπορούν να ταυτιστούν με το ένα ή το άλλο έθνος, πολιτισμό, κληρονομιά, ή γλώσσα, αλλά μόνο με το ισλαμικό έθνος και την ισλαμική κοινότητα της Umma.
Κατά συνέπεια, ενώ πολλοί Αιγύπτιοι –τόσο μουσουλμάνοι όσο και μη μουσουλμάνοι– θεωρούν τον εαυτό τους Αιγύπτιο, οι ισλαμιστές δεν έχουν καμιά εθνική ταυτότητα και ταυτίζονται μόνο με πολιτισμό του Ισλάμ, με βάση την«Σούνα» του προφήτη και τη γλώσσα του Ισλάμ, τα Αραβικά. Αυτό το συναίσθημα εκδηλώθηκε με σαφήνεια όταν ο πρώην ηγέτης της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, Muhammad Akef, δήλωσε: “Στα κομμάτια να πάει η Αίγυπτος”, υποδεικνύοντας ότι τα συμφέροντα της χώρας του είναι δευτερεύοντα σε σχέση με αυτά του Ισλάμ.
Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι οι εκκλήσεις αυτού του είδους γίνονται σε αυτή ακριβώς τη χρονική συγκυρία: αμέσως μετά την εκλογή στην προεδρία της Αιγύπτου ενός μέλους της Μουσουλμανικής Αδελφότητας. Στην πραγματικότητα, τα ίδια δημοσιεύματα που κάνουν λόγο για την έκκληση να κατεδαφιστεί το τελευταίο από τα 7 θαύματα του αρχαίου κόσμου αναφέρουν, επίσης, ότι Αιγύπτιοι σαλαφιστές προτρέπουν τον πρόεδρο Morsi να εξορίσει όλους τους σιίτες και τους μπαχαϊστές από την Αίγυπτο.
Με άλλα λόγια, η έκκληση του Morsi για την αποφυλάκιση του αποκαλούμενου«Τυφλού Σεΐχη», εγκεφάλου των τρομοκρατών ισλαμιστών, ίσως να αποτελεί ένα μικρό ορατό δείγμα θράσους το οποίο είναι συγχρόνως ενδεικτικό για όσα πρόκειται να δούμε ακόμη στο μέλλον. Από τις εκκλήσεις για τη νομιμοποίηση του είδους ισλαμικού γάμου, στο οποίο η γυναίκα δίνει αιώνιο όρκο να παραμείνει “σκλάβα του σεξ”, έως τις εκκλήσεις για ίδρυση “αστυνομίας ηθικής” που θα βασίζεται στο νόμο της Σαρία, έως τις εκκλήσεις για την καταστροφή των γιγαντιαίων μνημείων της αρχαίας Αιγύπτου υπό την αιγίδα της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, το λυχνάρι της καταστροφής μοιάζει να έχει ανοίξει και το τζίνι απελευθερώθηκε στην σύγχρονη Αίγυπτο.
Όλες οι διεθνείς οργανώσεις -πολλές από τις οποίες συντηρούνται από γνωστά κέντρα της Ουάσιγκτον- που σήμερα εσκεμμένα και επιμελώς κάνουν τα στραβά μάτια, όταν οι παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων διαπράττονται από μουσουλμάνους, για να μην κατηγορηθούν για «ισλαμοφοβία», μήπως είναι καιρός, έστω και τώρα, να αντιληφθούν ότι οι Πυραμίδες της Αιγύπτου, αλλά και πολλά άλλα αρχαία μνημεία, αποτελούν εμφανώς τον επόμενο στόχο στη λίστα των ισλαμιστών; Ή θα αποσιωπηθεί για άλλη μια φορά το γεγονός ότι εξτρεμιστές μουσουλμάνοι εμπλέκονται σε αυτές τις καταστροφές, ακόμη και τη στιγμή που θα σωριάζονται στο έδαφος αυτά τα αρχαία σύμβολα του ανθρώπινου πολιτισμού;
Ας σημειωθεί επίσης ότι και το Αιγυπτιακό Μουσείο στο Κάιρο λεηλατήθηκε, κατά τη διάρκεια των σχετικά πρόσφατων εξεγέρσεων της«Αραβικής Άνοιξης», οι οποίες υποκινήθηκαν από τη Νέα Τάξη και την «αυτοκρατορία» των Αγγλοσαξόνων Αγγλοαμερικανών.
Μήπως ο τελικός στόχος τους είναι να καταστρέψουν κάθε ίχνος εθνικής κληρονομιάς και ταυτότητας, αλλά και σχεδόν κάθε ίχνος πολιτισμικής και πνευματικής προόδου, που συντελείται μέσω των αιώνων,προκειμένου να υποχρεώσουν την απλή και άβουλη πλειοψηφία να επιστρέψει σε μια πνευματική και διανοητική κατάσταση που δεν θα απέχει πολύ από αυτή των προϊστορικών χρόνων, σαν να μην συνέβη ποτέ κανένα είδος εξέλιξης κατά τα τελευταία 6.000 χρόνια;
Μήπως ο τελικός στόχος τους είναι να υποχρεώσουν τον καθένα που δεν είναι μέρος της ελίτ και δεν ανήκει στις κλίκες των υπηρετών τους, να επιστρέψει σε μια κατάσταση που δεν θα διαφέρει πολύ από αυτή των απλών ζώων;
Αν δεν αντιδράσουν σε αυτές τις μεθοδεύσεις οι λαοί, το πεπρωμένο τους θα πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι θα καταλήξει να μοιάζει με το σκηνικό και το σενάριο της ταινίας «Γη, ο Πλανήτης των Πιθήκων».