Τρίτη 11 Ιουνίου 2013

Οι επιστολές του Μεχμέτ τ ου Πορθητή και του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου

   Η αποφράς ημερομηνία . Κρίθηκε σκόπιμη από την Ολυμπία και τον αποστέλλοντα η προβολή των επιστολών που αντήλλαξαν ο Μεχμέτ, ο Πορθητής της Πόλης, με τον τελευταίο αυτοκράτορα και ηρωικό υπερασπιστή της Κωνσταντίνο Παλαιολόγο. Τα κείμενα δεν έχουν μόνο ιστορική αξία.

     Αναφερόμενος ο χρονικογράφος Φραντζής στον Μεχμέτ (έχει εσφαλμένα επικρατήσει να τον αποκαλούν Μωάμεθ) γράφει: (Προηγείται το πρωτότυπο και ακολουθεί η απόδοση στη νεοελληνική)

      παρτίσας ον τ πάντα, ς ατ δόκει καλς, πεμψεν νδον λέγων τ βασιλε:

      (Ο Μεχεμέτ), αφού ετοίμασε τα πάντα όπως καλύτερα νόμιζε, έστειλε μήνυμα λέγοντας στο βασιλιά:

   «Γίνωσκε τ το πολέμου δη πήρτησθαι· κα καιρός στιν πό το νν πρξαι τ νθυμηθν πρ πολλο παρ’ μν νν· τν δ κβασιν το σκοπο τ Θε φίεμεν. Τί λέγεις; Βούλει καταλιπεν τν πόλιν κα πελθεν, νθα κα βούλει, μετ τν σν ρχόντων κα τν παρχόντων ατος, καταλιπν τν δμον ζήμιον εναι κα παρ’ μν κα παρά σο;

ντιστναι κα σν τ ζω κα τ πάρχοντα πολέσεις σύ τε κα ο μετ σέ, δ δμος αχμαλωτιστθες παρ τν Τούρκων διασπαρσιν ν πάσ τ γ

   «Μάθε ότι έχουν τελειώσει οι πολεμικές προετοιμασίες. Ήρθε πια η ώρα να κάνουμε πράξη αυτό που θέλουμε εδώ και πολύ καιρό. Την έκβασή του την αφήνουμε στο Θεό. Τι λες; Θέλεις να εγκαταλείψεις την Πόλη και να φύγεις, όπου θέλεις, μαζί με τους άρχοντές σου και τα υπάρχοντά τους, αφήνοντας αζήμιο το λαό και από μένα και από σένα; Ή

θέλεις να αντισταθείς και να χάσεις τη ζωή σου και τα υπάρχοντά σου και συ και οι μετά σου, κι ο λαός αφού αιχμαλωτιστεί από τους Τούρκους, να διασκορπιστεί σ’ όλη τη γη;»

βασιλες δ’ πεκρίνατο σν τ συγκλήτ·

Κι ο βασιλιάς με τη σύγκλητο αποκρίθηκε:

        «Ε μν βούλει, καθς κα ο πατέρες σου ζησαν, ερηνικς σν μν συζσαι κα σύ, τ Θε χάρις. κενοι γρ τος μος γονες ς πατέρας λόγιζον κα οτως τίμων, τν δ πόλιν ταύτην ς πατρίδα· κα γρ ν καιρ περιστάσεως παντες ντς ταύτης εσιόντες σώθησαν κα οδες ντισταίνων μακροβίω. χε δ κα τ παρ’ μν ρπαχθέντα δίκως κάστρα κα γν ς δίκαια κα πόκοψον κα τος φόρους τόσους, σους κατ τν μετέραν δύναμιν, κατ’ τος το δοναι σοι κα πελθε ν ερήν. Τί γρ οδας, ε θαῤῥῶν κερδναι ερεθς κερδανθείς; Τ δ τν πόλιν σοι δοναι, οτ’ μόν στιν οτ’ λλου τν κατοικούντων ν ταύτ· κοιν γρ γνώμ πάντες ατοπροαιρέτως ποθανομεν κα ο φεισόμεθα τς ζως μν».

        «Αν θέλεις να ζήσεις μαζί μας ειρηνικά, όπως και οι πρόγονοί σου, ας έχεις την ευλογία του Θεού. Γιατί εκείνοι θεωρούσαν τους γονείς μου ως πατέρες τους και τους τιμούσαν ανάλογα, κι αυτή την πόλη τη θεωρούσαν ως πατρίδα τους. Σε καιρό ανάγκης όλοι τους έτρεχαν μέσα να σωθούν και κανένας αντίπαλός της δεν έζησε πολλά χρόνια. Κράτα τα κάστρα και τη γη που μας άρπαξες άδικα, όρισε και ετήσιους φόρους ανάλογα με τη δύναμή μας κα φύγε ειρηνικά. Σκέφτηκες ότι ενώ νομίζεις πως θα κερδίσεις μπορεί να βρεθείς χαμένος; Το να σου παραδώσω την Πόλη ούτε δικό μου δικαίωμα είναι ούτε κανενός άλλου από τους κατοίκους της· γιατί όλοι με μια ψυχή (προτιμούμε) να πεθάνουμε με τη θέλησή μας και δε θα λυπηθούμε (για την απώλεια) της ζωή μας».
           Πράγματι, λοιπόν, ο αυτοκράτορας και οι συν αυτώ θα μπορούσαν, διαβλέποντας με αντικειμενική κρίση το μάταιο του αγώνα (όπως έκανε και ο αδελφός του επτά χρόνια αργότερα στο Μυστρά), να παραδώσουν την Πόλη και να έσωζαν τη ζωή τους.  
           Θα ζούσε, λοιπόν, ενδεχομένως, σ’ αυτή την περίπτωση, κάποια χρόνια ακόμη αλλά θα παρέμενε  ένας άσημος και ανυπόληπτος στην Ιστορία αυτοκράτορας, ενώ, με τη γενναία και αντάξια της ελληνικής του συνείδησης πράξη, διερμηνεύοντας την κοινή πεποίθηση, επέλεξε να θυσιάσει τη ζωή του, τοποθετώντας υπεράνω αυτής την πίστη στα ιδανικά του. Έτσι κατέλιπε δαφνοστεφανωμένο τ’ όνομά του στους αιώνες κι έγραψε μια ακόμη ένδοξη σελίδα στην Ελληνική Ιστορία. ν.μ.     

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου